μεταστρέψει

μεταστρέψει
μεταστρέφω
turn about
aor subj act 3rd sg (epic)
μεταστρέφω
turn about
fut ind mid 2nd sg
μεταστρέφω
turn about
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αικατερίνη — I Όνομα αγίων της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. 1. Α. της Μπολόνια (1413 – 1463). Γεννήθηκε στην Μπολόνια, ανατράφηκε όμως στη Φεράρα. Σε ηλικία 17 ετών μπήκε στο μοναχικό τάγμα της Αγίας Κλάρας. Το 1457 έγινε ηγουμένη της μονής του τάγματος αυτού… …   Dictionary of Greek

  • Αικατερίνη (αγία) — (Αλεξάνδρεια τέλη 3ου αι. – 305 ή 307 μ.Χ.). Αγία, μεγαλομάρτυρας του χριστιανισμού, η πανεύφημος νύμφη του Χριστού. Τιμάται εξίσου λαμπρά και από την Ορθόδοξη και από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι το γένος της …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”